Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2010

Μυθομανία μια μανία στην οποία βασιλεύει το ψέμα!!

Μυθομανία είναι η παθολογική να επινοεί κάποιος φανταστικές διηγήσεις.
Υπάρχουν άνθρωποι που δεν λένε ψέματα για να σώσουν μια κατάσταση ή για να καλύψουν κάτι. Λένε ψέματα για οτιδήποτε, γιατί νιώθουν την ανάγκη να το κάνουν. Συνήθως αν τους αμφισβητήσεις γίνονται έξαλλοι, λες και πρώτοι οι ίδιοι πιστεύουν το ψέμα που κατασκεύασαν.
Σε αυτή την περίπτωση αν δείξεις ότι το πίστεψες, νιώθεις το λιγότερο ηλίθιος γιατί ξέρεις ότι ο άλλος σε παραμυθιάζει. Αν δείξεις ότι δεν σε πείθει, θα εκνευριστείς χωρίς αποτέλεσμα.
Το ψέμα και η σημασία του: Το ψέμα έχει τη δύναμη να εισβάλει στη ζωή μας για πολλούς και διαφορετικούς λόγους. Και δυστυχώς όλοι έχουμε πολλές φορές δεχτεί ή πει ψέματα, σε κάποιες από αυτές τις περιπτώσεις ίσως με οδυνηρές συνέπειες.
Υπάρχουν διαβαθμίσεις στα είδη των ψεμάτων που λέμε, από τα γνωστά ‘’αναγκαστικά’’ ψέματα, που χρησιμοποιούμε για να μην στενοχωρήσουμε τους γύρω μας ή για να μην εκτεθούμε μέχρι τη μυθομανία.
παθολογική, καθώς σημαίνει πως ένας άνθρωπος έχει στήσει ολόκληρη τη ζωή του πάνω σε ψέματα, που πολλές φορές δεν είναι καν απαραίτητα και αφορούν ασήμαντες λεπτομέρειες.
«Το πλέον ανησυχητικό σημείο στη μυθομανία δε, είναι πως ο μυθομανής, δεν ξεχωρίζει πια την πραγματικότητα από εκείνη που έχει ο ίδιος στήσει»,επισημαίνουν οι ψυχολόγοι.
Πέρα όμως από αυτή την ακραία κατάσταση, στην καθημερινή ζωή ένας από τους κυριότερους λόγους που λέμε ψέματα είναι η ανασφάλεια που νιώθουμε και η χαμηλή μας αυτοεκτίμηση.
«Το ψέμα μπορεί να λειτουργήσει σαν ένα κάλυμμα που πολλές φορές το χρησιμοποιούμε για να σκεπάσουμε τα κομμάτια του εαυτού μας που δεν μας αρέσουν, που μας κάνουν να αισθανόμαστε άσχημα», τονίζει η κ. Θεοδοσίου.
«Αυτά τα κομμάτια μπορούν να αφορούν είτε υλικά αγαθά είτε ικανότητες που μπορεί να προφασιστούμε ότι διαθέτουμε, ενώ πολλές φορές φτάνουμε στο σημείο να παριστάνουμε εξ ολοκλήρου πως είμαστε ένας άλλος άνθρωπος. Σε κάποιον τρίτο αυτά τα ψέματα μοιάζουν χωρίς νόημα, όμως για κάποιον με βαθιές ανασφάλειες, είναι απαραίτητα.
Χωρίς ψέματα νιώθει πως δεν είναι αρκετά έξυπνος, ενδιαφέρον, σημαντικός, για να ασχοληθεί κάποιος μαζί του και να τον αγαπήσει».
Πολλές φορές πέρα από τις ερωτικές σχέσεις εξίσου αγχωτικό είναι να βρούμε μια παρέα να μας δεχτεί και να μας κάνει μέρος της.
Εκεί τα ψέματα που λέγονται έχουν σκοπό να εντυπωσιάσουν, όπως σε μια εφηβική συντροφιά ή να κολακεύσουν, όπως στην περίπτωση φιλικών σχέσεων στο χώρο της εργασίας ή του κοινωνικού μας πλαισίου.
Σε κάθε περίπτωση το ψέμα καλύπτει ένα κενό. Κενό στην ψυχή που εμφανίζεται ως φόβος, έλλειψη θάρρους, έλλειψη πίστης στον εαυτό μας και στις δυνάμεις μας. Σκέψεις όπως “δεν θα τα καταφέρω με αυτή τη δυσκολία”, “δεν είμαι αρκετά ικανός για να πάρω αυτή τη θέση” ή “αν καταλάβει ποιος είμαι πραγματικά, μήπως θα με αφήσει;” συχνά βασανίζουν το μυαλό μας και όταν δεν μπορούμε να τις ελέγξουμε καταφεύγουμε στην εύκολη λύση του ψέματος.
Έτσι μικρότεροι οι μεγαλύτεροι φόβοι μας οδηγούν σε μικρά ή μεγάλα ψέματα … με εξίσου μικρές ή μεγάλες συνέπειες.

Ανήλικη φαντασία, ενήλικη πραγματικότητα:
Όσο, όμως, κι αν η μυθομανία είναι φυσική και απαραίτητη έως ένα βαθμό όσο είμαστε μικροί, αρχίζει να γίνεται προβληματική αν μας συνοδεύσει και στην ενήλικη ζωή μας. Με την έλευση της εφηβείας, η πραγματικότητα γίνεται όλο και πιο «πραγματική», με την έννοια ότι αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας όλο και περισσότερο σαν ένα μέρος της. Στην εφηβεία, όσο κι αν η φαντασία μας έχει ακόμη τη δύναμη να μας κάνει να «ξεφεύγουμε», ειδικά όταν τη μοιραζόμαστε με συνομηλίκους, παρ’ όλα αυτά παύει πια να μπορεί να μας κυριεύει τόσο πολύ. Αν τα πράγματα πάνε καλά, σιγά-σιγά μπορούμε να κάνουμε και χωρίς μύθους.
Όσο κι αν εξακολουθούμε να φανταζόμαστε και να ονειρευόμαστε, ξέρουμε ωστόσο να κρατάμε τα όνειρα και τις φαντασιώσεις για εμάς. Τα μοιραζόμαστε πια μόνο σε ατμόσφαιρα εκμυστήρευσης κι αποτελούν τότε ένδειξη μεγάλης εμπιστοσύνης και οικειότητας με τους άλλους. Συνήθως, μοιραζόμαστε τους μύθους μας όταν είμαστε ερωτευμένοι, τότε που θέλουμε να κερδίσουμε τον άλλον, να τον κάνουμε κομμάτι μας, να του αποκαλύψουμε τον πιο μύχιο εαυτό μας. Στην υπόλοιπη ζωή μας, κρατάμε καλά διαχωρισμένη τη φαντασία από την πραγματικότητα και, αν πούμε κανένα ψέμα, αυτό συνήθως γίνεται συνειδητά και με συγκεκριμένο σκοπό.
 
Ο «ψεύτικος» εαυτός: Πώς φτάνει όμως κάποιος από τα ψέματα της παιδικής ηλικίας, που βοηθούν να διαμορφώσει την ταυτότητά του, στα ενήλικα ψέματα, που κάνουν ακριβώς το αντίθετο; Οι μυθομανείς ενήλικοι είναι ίσως το πιο οφθαλμοφα­νές παράδειγμα της κατά τον ­ψυχίατρο D. Winnicott «Σαν-να-προσωπικό­τη­τας» («As-if-persona­lity») ή αλλιώς του «ψεύτικου εαυτού». Η προσαρμογή στις υπερβολικές γονεϊκές απαιτήσεις μπορεί να οδηγήσει ένα παιδί να δείχνει μόνο αυτό που οι άλλοι περιμένουν. Στις πιο ακραίες περιπτώσεις και όταν στην οικογένεια δεν υπάρχει χώρος για πραγματικά συναισθήματα, ταυτίζεται τόσο πολύ με αυτό που δείχνει, ώστε απωθεί, ξεχνά, εξαφανίζει ό,τι άλλο δικό του υπάρχει που νιώθει ότι δεν είναι επιθυμητό στους γονείς. Το αποτέλεσμα είναι αποξένωση από τον πραγματικό εαυτό, αίσθηση κενού, ανασφάλεια, άγχος, κατάθλιψη. Τα ψέματα μπορεί να είναι μια προσπάθεια (ανάμεσα σε πολλές) να «πλάσει» κάποιος κάτι με το οποίο να μπορέσει να κερδίσει τους άλλους. Και, βέβαια, τα ψέματα δίνουν μια αίσθηση δύναμης και επιβολής πάνω στους άλλους. Όταν κάποιος εφευρίσκει «καλούς μύθους», μπορεί να σαγηνεύσει και να κάνει τους άλλους να πιστέψουν ό,τι θέλει αυτός. Δυστυχώς, επειδή οι σχέσεις δεν μπορούν να ευδοκιμήσουν πάνω σε ψέματα, συνήθως το αποτέλεσμα είναι το αντίθετο: αντί να κερδίσει τους άλλους, ο μυθομανής απομακρύνεται περισσότερο. Η μοναξιά και η ανασφάλεια, αλλά και οι ενοχές, μεγαλώνουν και απαιτούν καινούργια ψέματα.
Πώς να αντιμετωπίσει κανείς έναν μυθομανή;  Δεν είναι καθόλου εύκολο. Να του «πετάξει στα μούτρα» ότι τον έχει καταλάβει ή να κάνει ότι δεν καταλαβαίνει; Οι απόψεις πάνω σ’ αυτό διίστανται. Αν για κάποιους μυθομανείς η ειλικρινής στάση κάποιου μπορεί να τους κάνει να ανοιχτούν περισσότερο και να προσπαθήσουν (τουλάχιστον με τον συγκεκριμένο άνθρωπο) να σταματήσουν τα ψέματα, κάποιους άλλους, ψυχικά πιο ευάλωτους, μπορεί να τους αποσταθεροποιήσει περισσότερο. Σημασία έχει πάντως, όταν πρόκειται για δικό μας άνθρωπο για τον οποίο ενδιαφερόμαστε ειλικρινά, η στάση μας να είναι επιεικής, χωρίς να τον γελοιοποιούμε ή να τον κατακρίνουμε για τα ψέματα που λέει και να τον κάνουμε να νιώσει ότι τον αγαπάμε γι’ αυτό που είναι.
Και βέβαια δεν είναι εύκολο για τον ίδιο το μυθομανή να αντιμετωπίσει την πάθηση του γι’ αυτό και μπορεί να συμβεί να επισκεφτεί έναν ειδικό επειδή τον παρότρυνε ένας δικός του άνθρωπος και να διακόψει τη θεραπεία μόλις έρθει αντιμέτωπος με την «αλήθεια». Παρόλα αυτά ίσως αξίζει η προσπάθεια.
 -Για να απαλλαγεί κανείς απ’ τις ενοχές αλλά κι απ’ την αίσθηση της αποξένωσης, το πρώτο βήμα είναι να παραδεχτεί, καταρχήν στον εαυτό του και μετά σε κάποιον που εμπιστεύεται και δεν φοβάται ότι θα τον «τιμωρήσει», συγγενή, φίλο ή ειδικό, ότι έχει «πρόβλημα», ότι δεν μπορεί να ελέγξει τα ψέματα που λέει.
-Επειδή η μυθομανία φέρνει μοναξιά και έλλειψη επικοινωνίας, είναι σημαντικό να κάνει κανείς φιλότιμες προσπάθειες να ακούσει και να κατανοήσει τους άλλους. Μόνο έτσι μπορεί να τους προσεγγίσει και να καταλάβει ότι ούτε οι άλλοι είναι τέλειοι αλλά έχουν όλοι αδυναμίες.
-Για να σταματήσει ένας ενήλικας να λέει ψέματα αναγκαίο βήμα είναι να αποδεχτεί περισσότερο τον εαυτό του. Ίσως κανείς δεν είναι σε θέση να αποδεχτεί εντελώς τον εαυτό του και να μην τον αμφισβητεί, η μυθομανία όμως συχνά είναι ένδειξη απόρριψης του εαυτού, κάτι που βέβαια δύσκολα αντέχει κανείς. Πολλοί μυθομανείς είναι πολύ δυστυχισμένοι και αντιμετωπίζουν ψυχολογικές δυσκολίες. Στις περιπτώσεις αυτές ίσως ο καλύτερος δρόμος είναι η ψυχοθεραπεία.
-Μπορεί να είναι βοηθητικό να προσπαθήσει κανείς να καταλάβει από πού προέρχεται και σε τι οφείλεται αυτή η «ανάγκη» για ψέματα. Πόσα ψέματα λέγονταν μέσα στην οικογένεια; Πόσο πιεστικές ήταν οι απαιτήσεις να είναι κανείς «καλό παιδί»; Ήταν παρόντες οι γονείς ή έπρεπε τα παιδιά να «αναπληρώσουν» την απουσία καταφεύγοντας στη φαντασία τους; Αυτά τα ερωτήματα μπορούν να βοηθήσουν να διερευνήσει κανείς από πού προέρχεται η μυθομανία του αλλά και να ξεκινήσει ένα διάλογο με τον εαυτό του.
Πηγή:Ράδιο Νεφέλη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου